Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2008

Ο διπλωμάτης

Η βροχή έπεφτε ψιλή ψιλή πάνω στο παρ-πριζ του C3. Οι υαλοκαθαριστήρες έκαναν το χρέος τους αργά και σταθερά συμβάλλοντας με τον ιδιαίτερο μονότονο ήχο τους στο κλίμα του βροχερού απογεύματος στο κέντρο της Αθήνας. Κίνηση και σημειωτόν πορεία στην καθ’ όλα υπέροχη Βασιλίσσης Σοφίας...απέναντί μας το Σύνταγμα φάνταζε υπέροχο, αριστερά μας η Βουλή επιβλητική, εντυπωσιακή κι όπως πάντα καλόγουστα φωτισμένη ενώ ακριβώς μπροστά μας το πολυτελές ξενοδοχείο της Grande Bretagne φορούσε κλασικά άρωμα δυτικής ευρωπαϊκής πρωτεύουσας...
Το φαγητό στην ταβέρνα του Κολωνακίου στην Πατριάρχου Ιωακείμ είχε αφήσει στο στομάχι μας μια αίσθηση γλυκού κορεσμού και στο στόμα μας μια γεύση ικανοποίησης από καλομαγειρεμένα εδέσματα ωσάν σπιτικά, ‘’της μαμάς’’. Τα τελευταία είχαν διαδοχικά συνοδευτεί κι από πάστες σοκολατίνες από το διπλανό ακριβώς ζαχαροπλαστείο της σικάτης αθηναϊκής συνοικίας.


Οδηγούσες προσεχτικά, με το πόδι επίμονα στο φρένο. Το μποτιλιάρισμα δε σου επέτρεπε να προχωρήσεις πιο γρήγορα. Τα ΙΧ έσμιγαν συχνά μεταξύ τους, μερικές φορές επικίνδυνα και προκλητικά. Έριχνα αδιάφορα το βλέμμα μου από δω κι από κει, απολάμβανα την ομορφιά της πόλης χωρίς να βιάζομαι καθόλου να καταλήξουμε στο μετρό όπου θα χωρίζαμε πηγαίνοντας ο καθένας σπίτι του ή αλλιώς από κει που ήρθε.
Τα αυτοκίνητα κατέκλυζαν το δρόμο, δίνοντας μάχη για λίγη προώθηση. Άλλα με αθηναϊκές πινακίδες, άλλα με επαρχιακές...έμοιαζαν όλα τους με κομματάκια από το ίδιο ψηφιδωτό μοντέρνας αφηρημένης τέχνης...


Κάποια στιγμή κι ενώ το φανάρι της Πανεπιστημίου μας είχε αιχμαλωτίσει για λίγα λεπτά, η ματιά μου μαγνητίστηκε από ένα αλλιώτικο όχημα. Πανάκριβο, με τζάμια φιμέ, ίσα που διέκρινα ότι μέσα, στο πίσω κάθισμα υπήρχε άνθρωπος. Αμέσως κατάλαβα ότι θα επρόκειτο για κάποιο ‘’επίσημο’’ ή αλλιώς διακεκριμένο πρόσωπο. Υπέθεσα δε ότι το αμάξι του θα είχε αλεξίσφαιρα παράθυρα για λόγους ασφαλείας. Κοίταξα τις πινακίδες του-τι άλλο;-για να εξακριβώσω κατά μία έννοια την ταυτότητα του μεταφορικού μέσου. Αμέσως διαπίστωσα ότι τα στοιχεία του δεν ήταν ούτε της πόλης μας ούτε κάποιας άλλης εντός Ελλάδος ή εξωτερικού. Παρατήρησα τα αρχικά ΔΣ και χωρίς να τα επεξεργαστώ σε ρώτησα σχεδόν με παιδική αφέλεια:

-Μα τι αρχικά ειν’ αυτά; Τι σημαίνει ΔΣ;
-Διπλωματικό σώμα...

μου απάντησες και συνέχισες την αγωνιώδη σου πορεία μέχρι την πλατεία. Θυμήθηκα που η μητέρα σου είχε βλέψεις για μια λαμπρή καριέρα στο διπλωματικό σώμα…έλπιζε ότι θα εξελισσόσουνα μετά τη λήψη του μεταπτυχιακού σου από το πολιτικό της Νομικής σε διπλωμάτη εργαζόμενο πότε στη μία και πότε στην άλλη πρεσβεία του κόσμου αποκτώντας μοναδικές εμπειρίες και κερδίζοντας απίστευτα χρήματα. Όνειρα θερινής νυκτός…αλλά και ποτέ δεν είναι αργά…


Τα αλάρμ άναψαν έξω ακριβώς από τη Μεγάλη Βρετάνια. Αποβιβάστηκα από το αυτοκίνητο βιαστική αφού πρώτα έλεγξα ότι δε διερχόταν άλλο αμάξι. Σε αποχαιρέτησα επίσης αγχωμένα ενώ την ώρα που σου έκραζα ‘’θα σου στείλω μήνυμα’’ τα μάτια μου έπεσαν στον πορτιέρη του ξενοδοχείου. Η στολή του ήταν μακριά και στενή με κυρίαρχο το σκούρο πράσινο χρώμα. Το καπέλο του-ασορτί με το όλο ένδυμα-ήταν επίσης μακρόστενο και αστείο. Έμοιαζε με καπέλο ταχυδακτυλουργού που κάνει ‘’μαγικά’’ κι αποκαλύπτει μέσα από κει άσπρα κουνέλια! Η BMW σταμάτησε ακριβώς έξω από το ξενοδοχείο, ο διπλωμάτης κατευθύνθηκε προς την είσοδο όπου ο πορτιέρης του άνοιξε ευγενικά σχεδόν υποτακτικά την πόρτα καλησπερίζοντάς τον.


Έτρεξα σύντομα στο μετρό καθώς η βροχή δε μου άφηνε πολλά περιθώρια για κανονικό περπάτημα. Κατέβηκα τα σκαλιά που γλίστραγαν και κάνοντας δεξιά στάθηκα μπροστά στο μηχάνημα έκδοσης εισιτηρίων. Έβγαλα απ’ την τσέπη ακριβώς ογδόντα λεπτά, έριξα τα κέρματα ένα προς ένα μέσα στο αδηφάγο σιδερένιο κουτί, έλαβα το ενιαίο μου εισιτήριο, το επικύρωσα στα γνωστά μηχανάκια που λειτουργούν σαν να φτύνουν και στράφηκα προς την κυλιόμενη σκάλα με κατεύθυνση τον Άγιο Αντώνιο και προσωπικό σταθμό την Αττική.


Το απρόσωπο πλήθος στεκόταν όρθιο αναμένοντας το συρμό. Άλλοι όρθιοι κι άλλοι καθιστοί, ο καθένας χαμένος στις σκέψεις του. Χαμένη στις σκέψεις μου ήμουν κι εγώ, θυμόμουν διαρκώς το διπλωμάτη. Το πώς κατόρθωσε να φτάσει ως εκεί, το τι υψηλή ποιότητα ζωής θα απολάμβανε, το τι σπουδές θα είχε ακολουθήσει, το πόσο σπάνιος άνθρωπος ήταν, το πόσο σημαντικός θα ήταν για το υπουργείο εξωτερικών αλλά και για τον εαυτό του. Άνθρωπος ζηλευτός, επιτυχημένος, ώριμος, αυτό που λέμε φτασμένος αλλά ίσως και μόνος, χωρίς οικογένεια ή διαζευγμένος ακριβώς λόγω των πολλών επαγγελματικών υποχρεώσεων αλλά και συνεχών μετακινήσεων κι απουσιών…


Έφτασα σπίτι τρία τέταρτα μετά ταλαιπωρημένη από την ορθοστασία μέσα στα μέσα μεταφοράς, καθώς μετά το μετρό χρησιμοποίησα τρένο και συνέχεια πήρα ταξί από το Ηράκλειο μέχρι το σπίτι. Άνοιξα την πόρτα με το κλειδί κι είδα τον πατέρα μου ξαπλωμένο στον καναπέ να βλέπει τηλεόραση. Τον ρώτησα τυπικά τι κάνει και στη συνέχεια πέρασα στην κουζίνα παρότι ήμουν σκασμένη από φαγητό και δεν είχα όρεξη για τίποτα. Η μητέρα μου, όπως πάντα σπιτόγατα, φρουρός της οικογενείας, περίμενε πότε θα γυρίσω έτοιμη πάντα να με ρωτήσει αδιάκριτα κάθε λεπτομέρεια για το πώς είχα περάσει το απόγευμά μου μετά τη δουλειά.


Της έδωσα το κουτάκι με την παστούλα –ποντικάκι που της είχες πάρει δώρο. Ο ενθουσιασμός ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό της ενώ η λαιμαργία της την οδήγησε στην δίχως αναβολή κατανάλωση του γλυκού… Ξαναμπήκα στο σαλόνι όπου τεντωνόταν ο πατέρας μου. Ήταν πλήρως αφοσιωμένος στις ειδήσεις των οχτώ. Με ρώτησε εντελώς άχρωμα αν είμαι καλά. Δε με κοίταξε καν…Έτσι έκανε από τότε που ήμουν μικρή.


Στο μυαλό μου στριφογύριζε ο διπλωμάτης. Μου χε γίνει έμμονη εικόνα η γκρίζα του καμπαρτίνα, τα τετράγωνα γυαλιά μυωπίας που φορούσε, ο δερμάτινος καφέ χαρτοφύλακας που κρατούσε...το καθώς πρέπει ύφος που άρμοζε στο προφίλ του.


Σου έστειλα μήνυμα να δω αν έφτασες καλά. Μου είπες ότι βρήκες κίνηση στη Βουλιαγμένης.


Ο πατέρας μου δεν έχανε ποτέ τις ειδήσεις των οχτώ κι όχι μόνο… γενικά δεν έχανε τις ειδήσεις. Τον ρώταγα συχνά πώς μπορεί κι αφιερώνει τόσο χρόνο στα παράθυρα των πολτικών που τσακώνονται και βρίζονται εις τέρψη του όχλου. Μου απαντούσε πάντα ότι ‘’αυτοί’’ αποφασίζουν για μας, για το μέλλον μας και τη μοίρα μας κι ότι έπρεπε πάντα να τους παρακολουθούμε και να ακούμε με ενδιαφέρον τι λένε.
Πάντα τον κέντριζε η πολιτική, όπως κι εσένα. Είχε κι έχει απίστευτες πολιτικές γνώσεις. Αν του χε δοθεί η ευκαιρία θα χε σπουδάσει το δίχως άλλο το ίδιο αντικείμενο με σένα στην Πάντειο. Ίσως να ταν το μόνο σενάριο που επιθυμούσε για τον εαυτό του. Ένα πτυχίο πολιτικών επιστημών και μια σταδιοδρομία στην πολιτική πιθανόν σε κάποιο κόμμα. Ακολούθησες κι εσύ κάποτε αυτό το μονοπάτι μα δε σ’ έβγαλε εκεί που θα ήθελες.
-Απόψε είδα ένα αυτοκίνητο του Διπλωματικού Σώματος…
-Ναι, ε;
-Συγκλονιστική η ζωή ενός διπλωμάτη, ε;
-Για να γίνεις διπλωμάτης οφείλεις να σαι τουλάχιστον 40 ετών! Και σίγουρα δεν αρκεί ένα πτυχίο μόνο…
-Ναι, αλλά και τι ζωή κάνεις…Σίγουρα όχι μίζερη με 1000 ευρώ το μήνα. Κι ούτε τρέχεις κάθε μέρα μες το μετρό σα σαρδέλα.
-Πού τον είδες;
-Στη Βασιλίσσης κοντά στο Σύνταγμα.


Της Μαρίνας Αποστόλου
apostoloumarina@yahoo.gr



Ολόκληρο το κείμενο εδώ!

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ ΑΡΕΩΣ

Πριν 5,000 χρόνια και 1 λεπτό υπήρχε το κενό. Πριν 5,000 χρόνια ακριβώς ο Θεός δημιούργησε το χάος, δηλαδή τους πλανήτες, τη γη και έβαλε το κερασάκι στη τούρτα, τη χώρα μας.
Η ανάπτυξη της Ελλάδας στηρίχτηκε πολύ στην αγροτική παραγωγή. Ανέκαθεν σπέρναμε ανέμους και θερίζαμε θύελλες. Αυτές, μαζί με το φως του πολιτισμού το οποίο μας τύφλωνε, το μοιράσαμε σε άλλους λαούς.
Έπρεπε να κινούμαστε επειδή είχαμε ανεβασμένη χοληστερίνη και ο Ιπποκράτης είχε συστήσει στους αρχαίους προγόνους μας να ακολουθούν δίαιτα βασισμένη σε βελανίδια τα οποία αφθονούσαν στις βάρβαρες χώρες.
Ήμασταν πολύ έξυπνος λαός και αναπτύξαμε μια πολύ πλούσια εκφραστικά γλώσσα. Χάρη στις πολλές λέξεις που είχαμε, μπορούσαμε πλέον να διαφωνούμε μεταξύ μας σε υψηλότερο επίπεδο αντί να συνεργαζόμαστε με πιο ξεκάθαρο και κατανοητό τρόπο.
Επίσης είχαμε την παιδεία να μην αφήνουμε τα προβλήματα να διαιωνίζονται, όπως συμβαίνει σήμερα. Πολεμούσαμε μεταξύ μας και έτσι και οι διαφωνίες τελείωναν και το γένος ξεκαθάριζε από τους φτωχούς και αδύναμους ( ναι, και σε αυτόν τον τομέα ήμασταν μπροστά απόν Δαρβίνο) και δίναμε πνοή στο εμπόριο:
Όπλων, στολών, καραβιών, ταχυμεταφορές ( ο πιο διάσημος κούριερ είχε πει το "νενικήκαμεν") συγκοινωνίες ( ο Χάρος ήταν ο πρώτος εφοπλιστής που έπαιρνε επιδότηση, οβολό, για άγονη γραμμή).
Βέβαια, είχαμε και εξωτερική βοήθεια. Άλλο να έχεις ένα θεό να σε στηρίζει και άλλο να έχεις δώδεκα. Αυτό όμως είχε και ένα αρνητικό.
Υπήρχε από τότε μεγάλη γραφειοκρατία (ναι, εμείς την ανακαλύψαμε ΚΑΙ αυτήν). Είχες ένα αίτημα και δεν ήξερες σε ποιο θεό να απευθυνθείς. Βάλε και τους ημίθεους, τις νεράιδες τις νύμφες, τους γκόμενους - γκόμενες και τα μπάσταρδα που σπέρναν οι θεοί, δημόσια υπηρεσία κατάντησε η αρχαία θρησκεία μας, από την οποία κρατήσαμε μέχρι σήμερα μόνο τα αρνητικά της.
Τέλος πάντων, με αυτά και με αυτά γίναμε σήμερα 125 εκατομμύρια Έλληνες στο πλανήτη. Όταν είχαμε έρθει από το Σείριο ήμασταν 3000, λίγοι και καλοί, μονοιασμένοι όλοι μεταξύ μας.
Εδώ το κλίμα της γης μας χάλασε και από αθάνατα δημιουργικά παιδιά γεμάτα από αγάπη για τη ζωή που ήμασταν καταντήσαμε καταστροφικοί γέροι που μισούμε τα παιδιά που γεννοβολάμε φορτώνοντας τα την ευθύνη να βρουν τη λύση στα προβλήματα που οι "άλλοι", όχι εμείς, ΠΟΤΕ ΕΜΕΙΣ , πάντα οι "άλλοι", δημιούργησαν.
Σήμερα απλά καθόμαστε και μετράμε τα άστρα
Ολόκληρο το κείμενο εδώ!

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Η ΑΓΕΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (της Milka, της ΦΑΓΕ, αυτή που γελά ή αυτή που σε κοιτάει από απέναντι)

Love Story - Henry Mancini
«Αδερφή»φώναξε ο ασθενής απ’ το ράντσο του πόνου
«Ναι;»
«Ναι;»
Ακούστηκαν δυο φωνές ταυτόχρονα να απαντούν.
«Όχι εσένα γιατρέ, την νοσοκόμα θέλω» είπε ο ασθενής
«Πείτε μου αδερφή, αυτός ο κύριος στο διπλανό κρεβάτι, τί έχει και είναι τόσο κόκκινος στο δέρμα; Και τί είναι αυτά που προεξέχουν απ’ το μέτωπο, σαν κομμένα κέρατα; Ο Hellboy είναι;»
«Όχι κύριε. Μην ανησυχείτε. Ο διάβολος είναι, από τους πιο τακτικούς ασθενείς μας. Συνέχεια σπάει το ποδάρι του αλλά σε μισή ώρα σαν από θαύμα γιατρεύεται. Οι ορθοπεδικοί μας, ξέρετε, είναι από τους καλύτερους. Να σας τον γνωρίσω»
«Γεια σας κύριε με τα πολλά ονόματα»
«Γεια σου τέκνο μου» του απάντησε μελαγχολικά ο διάβολος
«Δεν το πιστεύω ότι σας γνώρισα»
« Δεν θα αλλάξει και τίποτα στη ζωή σου, παιδί μου. Πάντα ήμουν και θα είμαι στο πλάι σου για να εκπληρώνω τις καθημερινές επιθυμίες σου, όπως και όλων των ανθρώπων»
«Όπως και να έχει είστε πολύ σημαντικός. Τι θα έκανε η εκκλησία χωρίς εσάς! Αν και ηττηθήκατε από τον Θεό»
«Το ότι ηττήθηκα δεν με εμπόδισε όμως να χτίσω μια πολύ λαμπρή καριέρα» απάντησε με σατανικό χαμόγελο ο διάβολος
« Ναι, πολλοί επιτυχημένοι άνθρωποι έχουν ακολουθήσει τα βήματά σας. Να σας ρωτήσω κάτι που μπορεί να φανεί αδιάκριτο?»
«Για τα κέρατα θα με ρωτήσεις και εσύ, σωστά;»
«Εεε, ναι, αν δεν σας ενοχλεί αυτή η ερώτηση..»
«Λοιπόν, δεν είχα πάντα κέρατα στο μέτωπο. Κυκλοφορούσα με το κούτελό μου καθαρό. Αλλά καταράστηκα τον εαυτό μου. Συνέβη πριν 2.000 χρόνια περίπου, όταν ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου ήταν ακόμα ο σκύλος»
Ο ασθενής τον κοίταξε με περιέργεια αλλά δεν τον διέκοψε
« Τότε, που λες, ήρθε ο Χριστός στη γη. Τέλος πάντων την ιστορία αυτήν την ξέρεις. Όταν ξαναέφυγε όμως, άρχισα να αντιλαμβάνομαι από την συμπεριφορά των ανθρώπων ότι πλέον όλο και λιγότεροι ασχολούνταν μαζί μου και με πίστευαν. Ένιωσα απογοητευμένος. Προδομένος. Πικραμένος. Απατημένος. Κερατάς. Ξέρεις πως είναι κάποιος που αγαπάς και ξέρεις ότι σε αγαπάει ξαφνικά να μην θέλει όχι μόνο να σε ξαναδεί, αλλά να δίνει αλλού την καρδιά του και το κορμί του; Έτσι ένιωσα. Κερατάς. Και έτσι καταράστηκα τον εαυτό μου να γίνει κυριολεκτικά ένας κερατάς και φύτρωσαν αυτά εδώ» είπε δείχνοντας το μέτωπό του.
«Τώρα γιατί είναι κομμένα;»
Ο διάβολος γέλασε
«Τώρα τα έχω κομμένα διότι συνειδητοποίησα πόσο λάθος είχα κάνει τότε. Ποτέ δεν με είχαν εγκαταλείψει οι άνθρωποι. Μια αρπαχτή ήταν για αυτούς, ένας έρωτας περαστικός»
«Μήπως κάνεις λάθος κύριε διάβολε;. Σήμερα υπάρχουν πιο πολλοί Χριστιανοί παρά ποτέ στην γη και οι εκκλησίες μαζί με την περιουσία που διαθέτουν κάνει κουμάντο όλο τον πλανήτη»
«Όχι παιδί μου, αυτή είναι η εικόνα που παρουσιάζουν για εντυπωσιασμό. Μέχρι και οι εκκλησίες χρειάζονται διαφήμιση, για αυτό έχουν άλλωστε, και τις καμπάνες. Όχι, ξέρω τι λέω. Το βλέπω, ο σκύλος δεν είναι πια ο καλύτερος φίλος του ανθρόπου.»
«Κάτι τέτοιο είχες αναφέρει και πιο πριν»
« Και το λέω πάλι επειδή αυτό είναι το πιο σημαντικό. Χρειάστηκαν εκατοντάδες χρόνια για να γίνει και να το πάρω χαμπάρι. Στην αρχή, σου είπα άνθρωπος σκύλος ήταν οι καλύτεροι φίλοι. Στην πορεία των χρόνων, η γυναίκα αποσπάστηκε από αυτό και έκανε καλύτερους φίλους της τα διαμάντια. Ο σκύλος στεναχωρέθηκε και πήρε όρκο σιωπής και υποταγής μέχρι ο άντρας και η γυναίκα να ξαναγίνουν ένας άνθρωπος. Αλλά αυτοί δεν σταμάτησαν. Χειροτέρεψαν την κατάστασή τους. Και έφτασαν με την πάροδο και άλλων αιώνων στο σημερινό στάδιο, όπου ο καλύτερος φίλος του άντρα, της γυναίκας είναι η αγελάδα. Ναι, μην με κοιτάς απορημένα. Αυτή η οικογένεια των μαστοφόρων έχει γίνει ένα με εσάς, ή μάλλον εσείς με αυτούς. Πάρε παράδειγμα έναν άντρα όταν βλέπει μια γυναίκα όπως την θέλει. Πώς την αποκαλεί»
«Μανάρι μου»
«Σωστά. Τι άλλο βλέπει και του τρέχουν τα σάλια;»
«Τα μαστάρια της»
«Πάλι σωστά. Μια γυναίκα πώς επιθυμεί να είναι ο άντρας στο κρεβάτι;»
«Ταύρος. Άγριος, αδάμαστος, ακούραστος και πάντα πρόθυμος» Έχεις δίκιο, δεν το είχα σκεφτεί έτσι»
«Να σου πω και άλλα παραδείγματα. Όλοι οι άνθρωποι πλέον προτιμάνε, προτιμάτε την ευτυχία της αγελάδας. Θέλετε να σας αρμέγουν, θέλετε να σας προστατεύουν κλεισμένους σε μαντριά, αν ακούσετε κανένα αλύχτισμα λύκου δεν μπορείτε να ξεχωρίσετε αν είναι αληθινός λύκος ή ο τσοπάνης παίζει κάποιο σιντί με ήχους λύκων και βλέπετε τηλεόραση με αγελαδίσιο βλέμμα. Προσπαθείτε να κοιμόσαστε σαν μοσχάρια και μηρυκάζετε τις ίδιες ειδήσεις και τα ίδια πρόσωπα στην εξουσία»
Ο διάβολος τελείωσε και κοίταξε τον ασθενή χαμογελώντας.
«Φεύγω τώρα, χάρηκα που τα είπαμε»
Ο ασθενής έμεινε μόνος του και σκεφτόταν αυτά που άκουσε. Κάλεσε τον γιατρό φωνάζοντας «Γιατρέ» αυτή την φορά και του ανακοίνωσε ότι αισθανόταν καλύτερα τώρα και ότι μόλις θα τον άρμεγαν ήταν έτοιμος να πάει στο σφαγείο για να τον κόψουν σε μπριζόλες

Χαράλαμπος Σγουραμάλης Ολόκληρο το κείμενο εδώ!

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008

ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΕΣ ΠΡΩΤΙΕΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ

The Winner Takes It All - ABBA
Κάποτε, είχα αποφασίσει να έχω τους καλύτερους βαθμούς στο σχολείο. Προσοχή, όχι να είμαι ο καλύτερος ή ο πιο έξυπνος ή ο πιο δημιουργικός στη τάξη μαθητής. Απλά να έχω τους καλύτερους βαθμούς, με άμεσους και έμμεσους τρόπους.
Δεν τα κατάφερα, υπήρχαν άλλοι με ακόμα καλύτερους βαθμούς.
Αργότερα, όταν ανακάλυψα ότι υπάρχει και γυναικεία σεξουαλικότητα εκτός από την αντρική, αποφάσισα να γίνω ο καλύτερος εραστής, να μάθω όλα τα φανερά και απόκρυφα κόλπα, όλες τις απαγορευμένες τεχνικές ακόμα και αν ήταν απαραίτητο, να πουλήσω την ψυχή μου στην εκκλησία (δίνει τις καλύτερες προσφορές).

Στην πορεία ανακάλυψα ότι, ναι μεν είχα βελτιωθεί και είχα γίνει Black&Decker του σεχ, αλλά υπήρχαν πολλοί και πολλές που με ξεπερνούσαν. Να μην τα πολυλογώ, όλες μου οι προσπάθειες να επιτύχω μια πρωτιά σε καποιον τομέα απέτυχαν.
Να καταδυθώ στο μεγαλύτερο βάθος που έχει φτάσει άνθρωπος. Ξεπεράστηκα
Να φάω τα πιο πολλά προφιτερόλ. Δέκατος στον κόσμο κατατάχτηκα και είχα γίνει 140 κιλά λίπους και σοκολάτας.
Πήρα μέρος σε πρωταθλήματα σκακιού σε πάγο, αθλήματα όπως 100 μέτρα επί κοντώ, ενόργανο μπάσκετ, σκοποβολή με τούρτες. Ή δεν έφτανα στην κορυφή ή έφτανα και αμέσως υπήρχαν άλλοι που με ξεπερνούσαν.
Ο οργανισμός μου όμως απαιτούσε μια πρωτιά. Αν όχι στις επιτυχίες τότε στις αποτυχίες. Πρωτιά να’ ναι και ας είναι ό,τι να’ ναι. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα όπως ακριβώς το εφαρμόζει η εκκλησία και η τηλεόραση.
Έτσι αποφάσισα να γίνω ο χειρότερος πολίτης. Λέρωνα, φώναζα, μάλωνα με όλους, δεν υπολόγιζα τίποτα και κανένα χτυπούσα τις μάνες στις παιδικές χαρές και έφτυνα τα παιδάκια στο χαμογελαστό στόμα τους. Κατέθεσα μήνυση σε όλη την γειτονιά μου και τηλεφωνούσα για ασήμαντο λόγο στην αστυνομία, στο δήμο, και στις εφημερίδες. Μόνο οι εφημερίδες το εκτίμησαν, επειδή δεν τους ένοιαζε αν αυτά που έλεγα ήταν αληθινά ή αποκυήματα της φαντασίας. Πίστευα πως βρισκόμουν σε καλό άθλιο δρόμο και ότι ο βόρβορος που θα κυλιόμουν θα ήταν ολόδικός μου. Απογοήτευση. Όχι απλά στην τελευταία ή στην πρώτη δεκάδα, αν προτιμάτε, δεν ήμουν αλλά χιλιάδες κόσμου με ξεπερνούσαν. Δεν πίστευα ότι υπάρχουν τόσοι τρόποι τους οποίους αγνοούσα, για να γίνεις ο χειρότερος πολίτης. Επίσης δεν το περίμενα η χώρα μου να έχει τόσους πολλούς άχρηστους και κακόψυχους πολίτες. Και οι πιο πολλοί ήταν με κοστούμια, γραβάτες και ακριβά μαύρα αυτοκίνητα με ελληνικές σημαίες καρφωμένες στο καπώ.
Δεν το έβαλα κάτω και το γύρισα στην δημοσιογραφία. Να τονίσω ότι επειδή δεν είμαι δημοσιογράφος θα μπορούσα πολύ άνετα να γίνω ο χειρότερος όλων τους.
Πού τέτοια χαρά!
Ήταν απίστευτο, έγραφα ό,τι ήθελα, όπως ήθελα, για όποιον να ‘ναι, υπαρκτά και ανύπαρκτα γεγονότα, χωρίς λογική, ειρμό, συνοχή, πολλές φορές καθόμουν με τον κώλο στο πληκτρολόγιο και ότι τυπωνόταν στην οθόνη το τιτλοφορούσα «ΚΩΛΟΘΕΜΑ» και το έστελνα προς δημοσίευση.
Περιμένοντας μάταια, μπινελίκια και μηνύσεις φανεράκουσα τα αφεντικά να συζητάνε ότι οι χειρότεροι δημοσιογράφοι είναι οι τάδε . Αναφέρθηκαν καμιά 150 ονόματα. Δηλαδή στην καλύτερη των περιπτώσεων θα ήμουν 151ος?
Ρώτησα & έμαθα ότι για να γίνεις κακός δημοσιογράφος πρέπει να έχεις καλές γνωριμίες, να έχεις κρατικούς χορηγούς, να επιλέγεις πλευρά αλλά χωρίς να εκφέρεις γνώμη, να βάζεις άλλους να αρθρογραφούν και κυρίως να εκδίδεις μια ακόμα εφημερίδα σε μια χώρα που έχει ήδη τα πιο πολλά έντυπα.
Α, και να δηλώνεις «ανεξάρτητος».
Δεν το έβαλα κάτω. Αποφάσισα να γίνω ο χειρότερος μπλογκερ. Να μην τα πολυλογώ, βλέπετε γύρω σας τι χάλι κυκλοφορεί, οπότε και εδώ απέτυχα.
Τώρα προσπαθώ να αποκτήσω τους χειρότερους αναγνώστες.
Ίσως να ξαν’ αποτύχω και αντίθετα, να αποκτήσω τους καλύτερους.
Ίσως να έχω και από τα δύο είδη.
Ίσως έχω πάψει να ενδιαφέρομαι για πρωτιές, κανονικές ή ανάποδες.

Χαράλαμπος Σγουραμάλης


Ολόκληρο το κείμενο εδώ!